Παρθενώνας

Ο ναός που οι Αθηναίοι αφιέρωσαν στην προστάτιδα της πόλης τους, Αθηνά Παρθένο, είναι το λαμπρότερο δημιούργημα της αθηναϊκής δημοκρατίας στην περίοδο της μεγάλης ακμής της και το αρτιότερο ως προς τη σύνθεση και την εκτέλεση από τα οικοδομήματα του Ιερού Βράχου. Κτίσθηκε κατά τα έτη 447-438 π.Χ., στο πλαίσιο του ευρύτερου οικοδομικού προγράμματος που συντελέσθηκε στην Ακρόπολη με πρωτοβουλία του Περικλή, και πάνω στη θέση παλαιότερων ναών αφιερωμένων στην Αθηνά. Ο Περίκλειος Παρθενών (Παρθενών ΙΙΙ) διαδέχθηκε έναν προηγούμενο ναό, το μαρμάρινο Προπαρθενώνα (Παρθενών ΙΙ), που άρχισε να κτίζεται μετά τη νίκη στο Μαραθώνα, περίπου το 490 π.Χ., αλλά δεν ολοκληρώθηκε ποτέ γιατί καταστράφηκε το 480 π.Χ. από τους Πέρσες. Αυτός με τη σειρά του είχε οικοδομηθεί στη θέση παλαιοτέρου ναού, του πρωταρχικού Παρθενώνα (Παρθενών Ι), που κτίσθηκε γύρω στο 570 π.Χ. Σήμερα ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει το μαρμάρινο Παρθενώνα των χρόνων του Περικλή, σχεδιασμένο από τον Ικτίνο με συνεργάτη τον Καλλικράτη. Την ευθύνη του γλυπτού διακόσμου και του χρυσελεφάντινου αγάλματος της Αθηνάς, που βρισκόταν στο εσωτερικό του, καθώς και όλου του οικοδομικού προγράμματος του ναού, είχε ο διάσημος γλύπτης Φειδίας.

Iknow...

...κλείσε την ελληνική τηλεόραση...σταμάτα να μπαίνεις στο Facebook για να κρυφοκοιτάς τις ζωές των άλλων...ζήσε την στιγμή ... δέν χρειάζεται να την τραβήξεις σε βίντεο, να την ανεβάσεις στο internet για να επιβεβαιώθείς από τους δικτυακούς φίλους σου ότι πράγματι ζείς...σταμάτα επιτέλους να αναπαράγεις τις δήθεν ειδήσεις και μπουρδολογίες που ξεκινούν από το πληκτρολόγιο του κάθε μαλάκα και στρατευμένου στο ιντερνετ...μήν δέχεσαι την άποψη του κάθε τυχάρπαστου περαστικού και ότι γράφει στο twitter σαν είδηση...μην δέχεσαι να στο επιβάλει ο ο 30φυλλόπουλος ή ο κάθε Ευαγγελάτος αυτό... βγές από αυτό το blog τώρα...επιλεκτική αναπαραγωγή άρθρων κάνει... και επιτέλους ξεκίνα να διαβάζεις και κανένα βιβλίο...κατά προτίμηση όχι άρλεκιν ή μυθιστόρημα που βασίστηκε η τελευταία ταινία του κατα τα άλλα συμπαθή Batman...Μιά οθόνη μας κλείνει τον ορίζοντα, παίρνει δωρεάν τον χρόνο μας και τον πουλάει σε διαφημιστές...χωρίς να μας δίνει ποσοστό...Η ζωή μας έχει ναυαγήσει σε Ξενόφερτα προσωπεία... και εμείς σαν Έλληνες ζούμε τον 'ομαδικό μας ναρκισσισμό'...περιμένοντας με αγωνία και διάχυτο μαζοχισμό τα βραδυνά δελτία ειδήσεων για να δούμε τί σκέφτονται οι ξένοι για εμάς και με ποιό νέο τρόπο θα μας προσβάλλουν για άλλη μια φορά οι 'κουτόφραγκοι'...

Η δολοφονία του Καποδίστρια στις 27 Σεπτεμβρίου 1831

Η δολοφονία του Καποδίστρια στις 27 Σεπτεμβρίου 1831(Ιουλιανό)στο Νάυπλιο από τους Κωνσταντίνο και Γεώργιο Μαυρομιχάλη. (Έργο του Χαράλαμπου Παχή β ήμιση 19ου αιώνα)

Κνωσός

To σημαντικότερο κέντρο του Μινωικού Πολιτισμού, η Κνωσός, αναπτύσσεται πάνω στο ύψωμα της Κεφάλας μέσα σε ελιές, αμπέλια και κυπαρίσσια και βρίσκεται 5 χιλ. νοτιοανατολικά του Ηρακλείου. Δίπλα της ρέει ο ποταμός Καίρατος (ο σημερινός Κατσαμπάς). Σύμφωνα με την παράδοση αποτέλεσε την έδρα του βασιλιά Μίνωα και πρωτεύουσα του κράτους του. Με το χώρο του ανακτόρου της Κνωσού συνδέονται οι συναρπαστικοί μύθοι του Λαβύρινθου με τον Μινώταυρο και του Δαίδαλου με τον Ίκαρο. Αναφορές στην Κνωσό, το ανάκτορό της και το Μίνωα γίνονται στον Όμηρο (ο κατάλογος πλοίων της Ιλιάδας αναφέρει ότι η Κρήτη απέστειλε 80 πλοία υπό τις διαταγές του βασιλιά της Κνωσού, Ιδομενέα. Οδύσσεια, τ 178-9), στο Θουκυδίδη (αναφορά στο Μίνωα), στον Ησίοδο και Ηρόδοτο, στο Βακχυλίδη και Πίνδαρο, στον Πλούταρχο και Διόδωρο το Σικελιώτη. Η περίοδος ακμής της πόλης ανάγεται στη μινωική εποχή (2000 - 1350 π.Χ.) κατά την οποία αποτελεί το βασικότερο και πολυπληθέστερο κέντρο της Κρήτης. Και σε μεταγενέστερες περιόδους διαδραματίζει σημαντικό ρόλο και αναπτύσσεται ιδιαίτερα, όπως στην ελληνιστική εποχή. Η πόλη της Kνωσού κατοικήθηκε συνεχώς από τα τέλη της 7ης χιλιετίας έως και τα ρωμαϊκά χρόνια. Η νεολιθική εποχή χαρακτηρίζεται από το στάδιο της τεχνολογικά εξελιγμένης αγροτικής ζωής (λίθινα εργαλεία και υφαντικά βαρίδια). Οι κάτοικοι από τροφοσυλλέκτες γίνονται οι ίδιοι παραγωγοί (γεωργοί και κτηνοτρόφοι) και παρατηρείται η τάση για μια πιο συστηματική και μόνιμη εγκατάσταση. Οι οικιστικές φάσεις στην Κνωσό διαδέχονται η μια την άλλη, ενώ ο πληθυσμός του οικισμού στα τέλη της Ύστερης Νεολιθικής Εποχής υπολογίζεται σε 1.000 - 2.000 κατοίκους.

Μέγας Αλέξανδρος κατά Δαρείου στη μάχη της Ισσού 333 π.χ.

Η Μάχη της Ισσού, ψηφιδωτό, ρωμαϊκό αντίγραφο Ελληνικού έργου του 4ου αιώνα π.Χ(Μουσείο Νάπολης).

26/8/13

Γνωστές και άγνωστες πτυχές από την ιστορία της πλατείας Ελευθερίας της Θεσσαλονίκης

Τμήμα του θαλάσσιου μετώπου της Θεσσαλονίκης αποτελούσε η σημερινή πλατεία Ελευθερίας, η οποία μέχρι το 1870 βρεχόταν κατά το ήμισυ από τη θάλασσα. Έκτοτε, η ιστορία της πλατείας ακολούθησε αυτήν της πόλης, αλλάζοντας μορφές και χωροταξική σημασία, ανάλογα με την εποχή, αποτελώντας άλλοτε χώρο αναψυχής και παρελάσεων ή κομβικό σημείο συγκέντρωσης στρατιωτικών δυνάμεων, ακόμη και τόπο μαρτυρίου.

 Η πλατεία Ελευθερίας, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα δεν ήταν πάντα στεριά. Μέχρι το 1870 – οπότε άρχισε η κατεδάφιση της θαλάσσιας οχύρωσης της πόλης, στην προσπάθεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας να εκσυγχρονιστεί – η θάλασσα έφτανε μέχρι το μέσον της πλατείας. Τριάντα μέτρα βορειότερα βρισκόταν το βυζαντινό θαλάσσιο τείχος, που ξεκινούσε από τον Λευκό Πύργο, ακολουθούσε τις σημερινές οδούς Κορομηλά και Καλαποθάκη, διέσχιζε την πλατεία Ελευθερίας και κατέληγε στον λεγόμενο πύργο της Αποβάθρας ή αλλιώς Τοπ Χανέ (στη σημερινή γωνία Κατούνη και Οπλοποιού, όπου βρίσκεται σήμερα ο ‘Ζύθος” στα Λαδάδικα). Εκεί βρισκόταν και η είσοδος του λιμανιού, που κατασκεύασε ο Μέγας Κωνσταντίνος.

Πτυχές της ιδιαίτερης αυτής περιοχής της Θεσσαλονίκης παρουσιάζονται στον τόμο «Η Πλατεία Ελευθερίας στη Θεσσαλονίκη – Ο χώρος, οι άνθρωποι, η ιστορία» που κυκλοφόρησε από την Πολιτιστική Εταιρεία Επιχειρηματιών Βορείου Ελλάδος με συντελεστές την πολιτικό μηχανικό, Ελλη Γκαλά – Γεωργιλά, η οποία έγραψε και επιμελήθηκε την έκδοση, την αρχιτέκτονα – μηχανικό, Χριστίνα Ζαρκάδα Πιστιόλη και τον συγγραφέα Αλέξανδρο Γρηγορίου. Στις 230 σελίδες του, ο τόμος περιλαμβάνει πλούσιο εικονογραφικό υλικό, παράθεση ιστορικών γεγονότων, σχολιασμούς και έρευνες σε αρχεία κτηματολογικά, τεχνικά, πολεοδομικά, σε παλαιούς χάρτες της περιοχής και σε βιβλιογραφικές πηγές.

Η Εκκλησιαστική Σκάλα και το Τοπ Χανέ

Ο χρόνος κατασκευής του θαλάσσιου τείχους, καθώς και η προγενέστερη μορφή της περιοχής της πλατείας Ελευθερίας στα ρωμαϊκά και παλαιοχριστιανικά χρόνια δεν είναι γνωστά. Βάσει αρχαιολογικών ευρημάτων εικάζεται ότι στην προκυμαία της περιοχής της πλατείας Ελευθερίας και ανατολικότερα, πιθανώς βρισκόταν η Εκκλησιαστική Σκάλα, αλλά και ο βυζαντινός πύργος που ήλεγχε την είσοδο του λιμανιού, το Τοπ Χανέ της οθωμανικής περιόδου, το οποίο αποτέλεσε το φρούριο του Βαρδάρη, επί τουρκοκρατίας. Ωστόσο, παραμένουν άγνωστα περισσότερα στοιχεία για την κατασκευή και τη χρήση τους. Από τον πύργο του Τοπ Χανέ, προς τα ανατολικά, ξεκινούσε το τείχος των εγκαταστάσεων του κεντρικού λιμανιού, που διέσχιζε τις οδούς Μητροπόλεως και Τσιμισκή, στο ύψος της Εθνικής Τράπεζας, έφτανε μέχρι την Φράγκων και κατέληγε στα σημερινά Δικαστήρια.

Τί είναι η κοινωνική ασφάλιση και ποιά η ιστορία της

Κοινωνική ασφάλιση είναι η δραστηριότητα με την οποία το κράτος άμεσα ή με τη μεσολάβηση οργανισμών που βρίσκονται υπό τον έλεγχό του προσφέρει στον εργαζόμενο, αντί ορισμένης τακτικής χρηματικής καταβολής, υλικές παροχές και υπηρεσίες σε περιπτώσεις ασθένειας, σωματικής ή πνευματικής βλάβης, αναπηρίας και γήρατος. Οι δαπάνες καλύπτονται με τις υποχρεωτικές εισφορές των εργαζομένων και των εργοδοτών, τις οποίες έχουν θεσπίσει οι σύγχρονες νομοθεσίες.

Η εμφάνιση συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης συνδέεται στενά με τη βιομηχανική ευρωπαϊκή επανάσταση του 19ου αι. και την πλήρη ανεπάρκεια της δημόσιας ή ιδιωτικής αγαθοεργίας και φιλανθρωπίας να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των νέων κοινωνικών συνθηκών.

Στατιστικές που αναφέρονται στη Γερμανία, για το έτος 1877, δείχνουν ότι σε μερικές κατηγορίες της βιομηχανίας, οι εργάτες ασθενούσαν σε ποσοστό μεταξύ 65% και 80%, ενώ τα βρέφη μητέρων που δούλευαν σε βιομηχανίες, όπου χρησιμοποιούσαν φώσφορο και μόλυβδο πέθαιναν κατά 40% στον πρώτο χρόνο και κατά 70% στα τρία πρώτα χρόνια. Τα εργατικά ατυχήματα ήταν πάρα πολλά και η ασθένεια του εργαζόμενου οδηγούσε την οικογένεια στη δυστυχία.

Σε αυτή την κατάσταση, οι εργαζόμενοι άρχισαν να συνασπίζονται και τότε έκαναν την εμφάνισή τους τα συνδικάτα, τα οποία λειτούργησαν συχνά και ως σωματεία εργατικής αλληλοβοήθειας. Τα μέλη τους αναλάμβαναν την υποχρέωση να καταβάλουν περιοδικά ορισμένα ποσά, με σκοπό να δημιουργηθεί ένα κοινό ταμείο προορισμένο να βοηθά τα μέλη που αντιμετωπίζουν αντίξοες συνθήκες στη ζωή και την εργασία τους. Αποδείχτηκε όμως σύντομα ότι η αλληλοβοήθεια ήταν ανίκανη να προστατεύσει με θετικό τρόπο τον εργαζόμενο και να καλύψει τις ανάγκες αυτού και της οικογένειάς του, σε περιπτώσεις ασθένειας, αναπηρίας ή θανάτου. Παράλληλα, μερικές μεγάλες βιομηχανίες, όπως π.χ. των Κρουπ στη Γερμανία, άρχιζαν να ανησυχούν για τις συχνές ασθένειες και απουσίες του ειδικευμένου προσωπικού, που είχαν δυσμενή αντίκτυπο στον ρυθμό της παραγωγής.

Η δυσαρέσκεια των εργαζομένων και οι κοινωνικοί αγώνες επηρέαζαν καθοριστικά το γενικό κλίμα της εποχής. Το 1883 υποβλήθηκε στο γερμανικό κοινοβούλιο ένα νομοσχέδιο για την υποχρεωτική α. ασθένειας και μητρότητας που έγινε δεκτό, έπειτα από σφοδρές συζητήσεις και αντιδράσεις. Έναν χρόνο αργότερα, η Γερμανία ψήφισε τον νόμο της υποχρεωτικής ασφάλισης κατά των ατυχημάτων και το 1889 τον νόμο για την υποχρεωτική α. κατά της αναπηρίας και του γήρατος. Έτσι, την αρχή της εθελοντικής α. και αλληλεγγύης, χαρακτηριστικό των σωματείων αλληλοβοήθειας, αντικατέστησε η υποχρέωση του εργοδότη να ασφαλίζει από καθορισμένους κινδύνους, στους οποίους εκθέτονταν οι εργαζόμενοι στην επιχείρησή του.

Η απήχηση που είχαν οι γερμανικοί νόμοι ήταν τεράστια και πολλές χώρες ακολούθησαν γρήγορα τον ίδιο δρόμο. Στις αρχές του 20ού αι. δεν υπήρχε ακόμα πρόνοια για έναν μόνο κίνδυνο: την ανεργία. Οι Γερμανοί νομοθέτες θεώρησαν ότι αυτή η μορφή ασφάλισης ήταν απραγματοποίητη. Την αντίληψη αυτή διέψευσε ο Λόιντ Τζορτζ στην Αγγλία, ο οποίος κατόρθωσε, υπερνικώντας σφοδρές αντιδράσεις, να ψηφιστεί από το αγγλικό κοινοβούλιο ο σχετικός νόμος, το 1911.

14/8/13

Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΟΥ «ΜΑΚΕΔΟΝΙΣΜΟΥ» ΣΤΟΝ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ

Σπυρίδων Σφέτας - Η Γένεση του «Μακεδονισμού» στον Μεσοπόλεμο

Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΟΥ «ΜΑΚΕΔΟΝΙΣΜΟΥ» ΣΤΟΝ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ
1) Ο ρόλος της Κομμουνιστικής Διεθνούς στην εκκόλαψη του «μακεδονικού έθνους»
Στην ιστοριογραφία είναι ευρύτατα διαδεδομένη η άποψη ότι το «μακεδονικό έθνος» είναι δημιούργημα της Γιουγκοσλαβίας του Τίτο. Η θέση αυτή δεν μπορεί βέβαια να αμφισβητηθεί, καθ' όσον το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας είχε ιδιαιτέρους λόγους να προωθήσει τον «μακεδονισμό» στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία, ως αντίρροπη εθνική ιδεολογία στον βουλγαροσερβικό ανταγωνισμό του Μεσοπολέμου. Την ανάγκη της απαγκιστρώσεως των Σλάβων της Μακεδονίας από την ελληνική, τη σερβική και την βουλγαρική επιρροή και της δημιουργίας μιας συλλογικής σλαβομακεδονικής ταυτότητος είχαν ήδη τονίσει, στις αρχές του Κ΄ αιώνος, μερικοί Σλάβοι διανοούμενοι (Μισίρκωφ, Ντέντωφ, Μισάικωφ, Τσουπόφσκυ). Διαβλέποντας ότι ο σερβοβουλγαρικός ανταγωνισμός απέβαινε σε βάρος του ντόπιου πληθυσμού και διαιώνιζε την τουρκική κυριαρχία, επεδίωκαν την αναγνώριση των Σλάβων της Μακεδονίας ως ξεχωριστής κοινότητος (Μιλλέτ). Αλλά στις αρχές του Κ΄ αιώνος, οι πολιτικές συνθήκες δεν ευνοούσαν την προώθηση του σλαβομακεδονισμού ως μίας νέας συλλογικής εθνικής ταυτότητος και οι πρώιμοι θιασώτες του σλαβομακεδονισμού δεν είχαν ουσιαστική απήχηση στις μάζες. Οι πολιτικές και ιδεολογικές αφετηρίες του «μακεδονισμού» ουσιαστικά τέθηκαν από την Τρίτη Κομμουνιστική Διεθνή (Κομιντέρν), στον Μεσοπόλεμο. Είναι ήδη τεκμηριωμένο ότι η Κομμουνιστική Διεθνής έβλεπε το Μακεδονικό ως ζήτημα τακτικής, ανάλογα με τις εκάστοτε πολιτικές συγκυρίες. Η δημοσίευση σημαντικών εγγράφων για την χρονική περίοδο 1923-1925 από το αρχείο της Κομιντέρν, έχει ουσιαστικά επιβεβαιώσει την άποψη ότι τότε η Κομμουνιστική Διεθνής προέβαλε την θέση «Ενιαία και Ανεξάρτητη Μακεδονία σε μια Βαλκανική Σοβιετική Δημοκρατία», για να προσεταιρισθεί την ΕΜΕΟ στο εγχείρημά της να δημιουργήσει ένα ενιαίο μέτωπο μεταξύ των Βουλγάρων Κομμουνιστών, των Βουλγάρων Αγροτικών και των βουλγαρομακεδονικών οργανώσεων για την προώθηση της επαναστάσεως στη Βουλγαρία, την εγκαθίδρυση μιας εργατο-αγροτικής κυβερνήσεως και την αποσταθεροποίηση των βαλκανικών κρατών. Κατά την Κομμουνιστική Διεθνή, οι μακεδονικές οργανώσεις στη Βουλγαρία δεν έπρεπε μονάχα να αποδεσμευθούν από την επιρροή των βουλγαρικών «αστικών» πολιτικών παραγόντων, αλλά και να αποξενωθούν από τον βουλγαρικό εθνικισμό. Κατηγορώντας το Βουλγαρικό Κομμουνιστικό Κόμμα για την ουδέτερη στάση του στην πραξικοπηματική ανατροπή της Αγροτικής Κυβερνήσεως Σταμπουλίνσκυ (9.6.1923), ο Καρλ Ράντεκ εκφράστηκε ως εξής κατά τη συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς, που έλαβε χώρα στις 12-13 Ιουνίου του 1923, στη Μόσχα:
«Σε όλη τη σύγχρονη ιστορία της Βουλγαρίας το Μακεδονικό Ζήτημα παίζει ένα μεγάλο ρόλο. Η Μακεδονία, στην οποία ζουν χωρικοί, για τους οποίους είναι δύσκολο να λεχθεί αν είναι Σέρβοι ή Βούλγαροι, αποτελεί ένα παλαιό αντικείμενο διένεξης μεταξύ Βουλγαρίας και Σερβίας. Μετά την ήττα της Βουλγαρίας στον πόλεμο, το Αγροτικό Κόμμα του Σταμπουλίνσκυ παραιτήθηκε από τη [διεκδίκηση] της Μακεδονίας. Παραιτήθηκε όχι μόνο τυπικά και στη Νις υπέγραψε με τη Γιουγκοσλαβία μια συνθήκη, σύμφωνα με την οποία ο Σταμπουλίνσκυ καταδίωξε τις παλαιές μακεδονικές οργανώσεις. Αυτές οι οργανώσεις είναι από κοινωνική άποψη οργανώσεις μικρών και φτωχών χωρικών. Έχουν ένα επαναστατικό παρελθόν, έχουν αγωνιστεί εναντίον της κυριαρχίας των τούρκων γαιοκτημόνων, εναντίον της σερβικής μπουρζουαζίας, έχουν παράνομες επαναστατικές οργανώσεις. Υπάρχουν εδώ και καιρό συμπάθειες για τη ρωσική επανάσταση. Οι μακεδονικές οργανώσεις ήταν ένας κοινωνικός παράγοντας, με τον οποίο θα μπορούσαμε να συνδεθούμε… Το Κόμμα δεν έχει κάνει τίποτα και είναι χαρακτηριστική η παραμέληση του Μακεδονικού ως ζητήματος τακτικής».
Aντί του όρου «βουλγαρικός λαός», όπως αναφερόταν σε προγενέστερες διακηρύξεις της Τρίτης Διεθνούς, εισάγεται το 1923-24 ο όρος «μακεδονικός λαός», «μακεδονικός πληθυσμός, χωρίς διάκριση εθνότητας». Πρόθεση της ΚΔ ήταν όλες οι εθνότητες της Μακεδονίας να διαμορφώσουν μία γηγενή μακεδονική συνείδηση ως ένας «λαός» από πολιτική άποψη και να επιδιώκουν την δημιουργία μίας «Ενιαίας και Ανεξάρτητης Μακεδονίας», για την υπονόμευση των βαλκανικών «αστικών» κρατών.
Η νέα γραμμή που επιβάλλεται στην ΣΤ΄ Συνδιάσκεψη της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας (Δεκέμβριος 1923, στη Μόσχα) και στο Ε΄ Συνέδριο της ΚΔ (17 Ιουνίου - 8 Ιουλίου 1924) είναι «Ενιαία και Ανεξάρτητη Μακεδονία σε μια Βαλκανική Ομοσπονδία», που μπορεί να πραγματοποιηθεί «μόνο αν ο αγώνας του μακεδονικού λαού συμπορεύεται με τον αγώνα των εργατών και αγροτών της Βαλκανικής». Είναι ευνόητο ότι μια τέτοια πολιτική αποσκοπούσε στη διάβρωση των βαλκανικών κρατών, συμπεριλαμβανομένης και της Βουλγαρίας. Με επιστολή της προς την ΕΜΕΟ, τον Ιούλιο του 1924, η ΚΔ έθεσε ως προϋπόθεση για την παροχή βοηθείας την υποχρέωση της οργανώσεως να αρχίσει την επανάσταση στη Βουλγαρία, με την εκδίωξη των βουλγαρικών κρατικών οργάνων από το βουλγαρικό τμήμα της Μακεδονίας και με την ανακήρυξή του σε ανεξάρτητο κράτος. Η πίεση που ασκήθηκε από την ΚΔ στο ΚΚΕ, για να αποδεχθεί την απόφαση του Ε΄ Συνεδρίου της ΚΔ για το Μακεδονικό Ζήτημα κατά το έτος 1924, εξηγείται από την πολιτική της σε σχέση με την ΕΜΕΟ. Η πτέρυγα του ΚΚΕ που δέχθηκε τη νέα γραμμή, δικαιολόγησε τη στάση της με το επιχείρημα ότι, στον βαθμό που η θέση «Ενιαία και Ανεξάρτητη Μακεδονία» συμβάλλει στην επιτυχή έκβαση της επαναστάσεως στη Βουλγαρία και στην Βαλκανική, το ΚΚΕ, ως κόμμα διεθνιστικό, οφείλει να την αποδεχθεί, φθάνοντας ακόμα και σε σύγκρουση με την ελληνική αστική τάξη. Ο όρος «μακεδονικό έθνος», ταυτιζόμενος αποκλειστικά και εμφατικά με το σλαβικό στοιχείο της Μακεδονίας, δεν εισάγεται ακόμα στα κείμενα της ΚΔ, αλλά το Μακεδονικό Ζήτημα δεν θεωρείται πλέον βουλγαρικό ζήτημα. Μπορεί τα σχέδια της ΚΔ να απέτυχαν, ωστόσο η σοβιετική ανάμιξη στο Μακεδονικό Ζήτημα είχε ως αποτέλεσμα μια πολιτικο-ιδεολογική πόλωση της βουλγαρομακεδονικής κινήσεως. Ως ιδεολογικός και πολιτικός αντίποδας της ΕΜΕΟ του Ιβάν Μιχαήλωφ ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 1925 στη Βιέννη η ΕΜΕΟ (Ενωμένη), υπό την σκέπη της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Στην ΚΕ της ΕΜΕΟ (Ενωμένης) υπήρχε μία κομμουνιστική πτέρυγα (Δημήταρ Βλάχωφ, Βλαδιμήρ Ποπτόμωφ) και μία εθνικοεπαναστατική (Γκεόργκυ Ζανκώφ, Πάβελ Σάτεφ), η οποία, παρόλο που διαφωνούσε με την κομμουνιστικοποίηση της οργανώσεως, υπολόγιζε στη βοήθεια της Σοβιετικής Ενώσεως για την αναθεώρηση των συνθηκών ειρήνης. Το 1928, υπό το φως των αποφάσεων του ΣΤ΄ Συνεδρίου της ΚΔ, εξοβελίστηκε η εθνικοεπαναστατική πτέρυγα της ΚΕ της ΕΜΕΟ (Ενωμένης), που προσέλαβε πλέον έναν στενό κομμουνιστικό χαρακτήρα με κύριες μορφές τον Δημήταρ Βλάχωφ και τον Βλαδιμήρ Ποπτόμωφ, μέλη του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Η επιρροή της ΕΜΕΟ

1/8/13

Πως σώθηκε η λεωφόρος Κηφισιάς


Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Η λεωφόρος Κηφισίας ή Κηφισιάς αποτελεί αναμφισβήτητα έναν από τους πλέον εμπορικούς και ακριβούς οδικούς άξονες των Αθηνών και ολόκληρης της χώρας. Ξεκινά από την ακραία 7η Δημοτική Κοινότητα των Αθηνών (Αμπελόκηποι) και εκτείνεται σε δώδεκα χιλιόμετρα για να συνδέσει την πρωτεύουσα με τα προάστιά της, κυρίως την Κηφισιά και το Μαρούσι. Πως όμως διασώθηκε ένας τόσο σημαντικός οδικός άξονας χωρίς να κακοποιηθεί και να αλλοιωθεί με το πέρασμα του χρόνου, όπως συνέβη σε πλήθος άλλων περιπτώσεων; Και πως διαμορφώθηκε ένας δρόμος σε πλάτος ακόμη μεγαλύτερο από εκείνο που είχε ο δρόμος των χρόνων της Τουρκοκρατίας;
Ανάμεσα στις αποφάσεις που πήρε η περίφημη «Επαναστατική Επιτροπή» του 1923 ήταν και μία που απαγόρευε την ανέγερση οικοδομών εκατέρωθεν του δρόμου που οδηγούσε από την Αθήνα στην Κηφισιά! Συγκεκριμένα απαγόρευε την ανέγερση νέων οικοδομών στις περιοχές που βρίσκονταν εκτός των εγκεκριμένων ρυμοτομικών σχεδίων των Αθηνών, του Αμαρουσίου και της Κηφισιάς και σε απόσταση ελάσσονα των είκοσι μέτρων από τον άξονα του δρόμου. Επίσης, για να αποφευχθούν τα περίφημα κόλπα ιδιοκτητών και καταπατητών, οι οποίοι δημιουργούσαν «δικαιώματα» ανεγείροντας φράχτες και περιτοιχίσματα, απαγορεύτηκε προληπτικά κάθε τέτοια ενέργεια σε απόσταση ελάσσονα των δώδεκα μέτρων εκατέρωθεν του άξονα του δρόμου.